Σε ερώτηση δημοσιογράφου για τις τελευταίες εξελίξεις (Περιφερειακό
Συμβούλιο κτλπ.) ο Δήμαρχος Καλαμάτας και υπ. Περιφερειάρχης Πελοποννήσου
Παναγιώτης Ε. Νίκας, σχετικά με τη διαχείριση των απορριμμάτων, απάντησε τα
εξής:
«Αυτονόητη είναι η απόρριψη και η καταγγελία της ρητορικής και των
πρακτικών του απερχόμενου Περιφερειάρχη για τη διαχείριση των απορριμμάτων:
Αμετροέπεια, συκοφαντία και λάσπη, αλαζονεία, επιδίωξη διχασμού και
φανατισμού, επιθέσεις χωρίς όριο και μέτρο κατά πάντων, αποτελούν τα μόνιμα
στοιχεία μιας τακτικής, που στόχο έχει να αποκρύψει την προφανή ανικανότητά
του σε όλους τους τομείς (διαχείριση απορριμμάτων, απορρόφηση πόρων ΕΣΠΑ,
οργάνωση διοίκησης, παραγωγή έργων κτλπ.).
Οι μοναδικοί τομείς που αναδεικνύεται «πρωταθλητής» είναι η ρουσφετολογία
και η πελατειακή σχέση, με μικροέργα, διορισμούς, εξυπηρετήσεις και
κατασπατάληση των πόρων, ακόμα και των επόμενων ετών. Αξεπέραστος
«πρωταθλητής» επίσης είναι στο θέμα της οικογενειοκρατίας.
Τελικά, ο αυτοπροβαλλόμενος ως πρωτοπόρος και στο θέμα της διαχείρισης των
απορριμμάτων, αποδεικνύεται ως ο ανίκανος έσχατος, με την Πελοπόννησο
γεμάτη χωματερές και τους Έλληνες να πληρώνουν εκατομμύρια ευρώ ως ετήσιο
πρόστιμο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εννέα χρόνια προσπαθεί να «λύσει» το θέμα
των σκουπιδιών και στον ένατο χρόνο αποκαλύπτεται δικαστικά πως υπάρχει
πρόβλημα στα συμβόλαια απόκτησης της γης και τότε επιλέγεται η λύση της
επίταξης (!) για να διασωθεί η κατάσταση. Αν διασωθεί.
Είμαστε στο τελευταίο δίμηνο πριν από τις εκλογές. Αν του μένει κάποιο
ίχνος λογικής, συνεννόησης και αντίληψης δημοσίου συμφέροντος, ας αφήσει το
μεγάλο αυτό θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων για την επόμενη
Περιφερειακή Αρχή, όπως όλοι του ζητούν, ας σταματήσει άμεσα τα ρουσφέτια
και την κατασπατάληση των πόρων και ας συμβάλλει (ως έχει θεσμική
υποχρέωση) σε μια προεκλογική διαπάλη με στοιχειωδώς έντιμους όρους.
Δυστυχώς, όμως, δε θα το κάνει και θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται ως
καρικατούρα «πατερούλη» συκοφαντώντας και υβρίζοντας μαζί με τους
παρατρεχάμενους του. Η κρίση, όμως, του λαού έρχεται. Δεν μπορεί και πάλι
να τον κοροϊδέψει.»