Στην εκπομπή «Έλα χαμογέλα» μίλησε το πρωί του Σαββάτου (6/2) ο Σπύρος Μπιμπίλας. Ο αγαπημένος ηθοποιός αναφέρθηκε με θάρρος για όλα όσα εξελίσσονται το τελευταίο διάστημα στον καλλιτεχνικό χώρο με το «τσουνάμι» καταγγελιών που λαμβάνει χώρα το τελευταίο διάστημα και αφορά περιστατικά βίας και σεξουαλικών παρενοχλήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, ο Σπύρος Μπιμπίλας σημείωσε χαρακτηριστικά πως «θέλω να μιλήσω για την πολλή δύσκολη θέση στην οποία έχω βρεθεί, γιατί ξαναμπήκα στο ΣΕΗ ενώ είμαι συνταξιούχος και θα μπορούσα να κάθομαι στο σπίτι μου, για να προσφέρω βοήθεια στον βαριά πληττώμενο κλάδο μας».
«Εμείς ως υπεύθυνο σωματείο δεν μπορούμε να δίνουμε στη δημοσιότητα τις καταγγελίες που μας έρχονται. Πρέπει να παίρνουν τη νομική οδό, όπως προβλέπει το καταστατικό μας. Υπάρχει το πειθαρχικό συμβούλιο στο οποίο έρχονται φάκελοι και οι φάκελοι αυτοί παραδίδονται σε αυτό. Να σκεφτείτε πως τις καταγγελίες που διαβάσατε τώρα, για πρώτη φορά, εγώ τις ακούω τώρα. Δεν έχω ανοίξει τον φάκελο γιατί εγώ είμαι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών» πρόσθεσε ο ηθοποιός στην πρωινή εκπομπή του OPEN. «Όλο αυτό που πήγε στις εκπομπές πριν έρθει σε εμάς, δεν είμαστε καθόλου υπεύθυνοι εμείς. Διότι άκουσα από κάποια εκπομπή ότι προσπαθούμε να συγκαλύψουμε. Καθόλου δεν θα συγκαλύψουμε! Απλά περιμένουμε με συνετό και υπομονετικό τρόπο να συγκεντρωθούν οι καταγγελίες, να κατηγοριοποιηθούν και να δούμε ποιες θα πάνε στη νομική οδό και ποιες θα οδηγήσουν το πειθαρχικό σε διαγραφή ηθοποιών».
«Αυτό μπορεί να κρατήσει πολύ καιρό, γιατί βιάζονται τα κανάλια. Είναι έξω από το σπίτι μου. Έρχονται μέσα στη νύχτα και χτυπάνε την πόρτα του σπιτιού μου και τρομάζω. Προετοιμάζω να μην συνεχιστεί αυτό και να μην ακούω κουδούνια στις 12 το βράδυ και να μου λένε «μια κάμερα θα ανέβει» γιατί δεν θα ανέβει»!
Παράλληλα, ο Σπύρος Μπιμπίλας τοποθετήθηκε με σαφήνεια για τις ηχηρές καταγγελίες που έλαβαν χώρα από την Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, την Πηνελόπη Αναστασοπούλου και την Λένα Δροσάκη προς γνωστό ηθοποιό και θιασάρχη για προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας».