Την ετήσια έκθεση για τα ύδατα δημοσίευσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποτυπώνοντας σε ποιες χώρες βρίσκονται νερά ιδανικά για κολύμβηση.
Συνολικά στην Ευρώπη, το 85% των ευρωπαϊκών περιοχών κολύμβησης πληροί τα πιο αυστηρά πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ύδατα «εξαιρετικής ποιότητας» – στα οποία περιλαμβάνονται όχι μόνο οι θαλάσσιες ακτές, αλλά και τα ποτάμια και οι λίμνες.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση της λίστας, καθώς εμφανίζει το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό εξαιρετικής ποιότητας υδάτων κολύμβησης, με 95,8%. Στην πρώτη θέση έρχεται η Αυστρία με ποσοστό 97,7%, η οποία όμως δεν διαθέτει θαλάσσια ακτογραμμή, παρά μόνο ποταμούς και λίμνες. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Μάλτα με ποσοστό 96,6%.
Η αξιολόγηση εκπονήθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και βασίζεται στην παρακολούθηση 21.859 περιοχών από όλη την Ευρώπη. Καλύπτει τα κράτη μέλη της ΕΕ, την Αλβανία και την Ελβετία καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021.
Σύμφωνα με τα κύρια πορίσματα της έκθεσης, η ποιότητα των νερών στις παράκτιες περιοχές είναι καλύτερη από εκείνη των εσωτερικών υδάτων. Πιο συγκεκριμένα, το 88 % των παράκτιων περιοχών κολύμβησης της ΕΕ ταξινομήθηκαν ως εξαιρετικής ποιότητας, έναντι του 78,2 % των εσωτερικών περιοχών.
Ακόμα ένα σημαντικό συμπέρασμα από την έκθεση του 2021, δείχνει ότι από την πρώτη φορά που αξιολογήθηκε η ποιότητα των υδάτων το 2006 έως σήμερα, το γενικό ποσοστό περιοχών με ύδατα «εξαιρετικής ποιότητας» έχει αυξηθεί και έχει σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια περίπου στο 88 % για τις παράκτιες περιοχές και περίπου στο 78 % για τις περιοχές εσωτερικών υδάτων.
Η έκθεση αναφέρει πως συνολικά επτά ευρωπαϊκές χώρες διαθέτουν ύδατα «εξαιρετικής ποιότητας» για κολύμβηση σε ποσοστό 90% και άνω. Αυστρία, Μάλτα, Ελλάδα, Κροατία, Κύπρος, Δανία και Γερμανία.
Όσον αφορά στις χειρότερες επιδόσεις, το μικρότερο ποσοστό εξαιρετικά καθαρών υδάτων διαθέτει η Πολωνία με 44,5%, ενώ ελαφρώς καλύτερη είναι η κατάσταση στη Σλοβακία, την Ουγγαρία και την Εσθονία. Συνολικά, πάντως, το 2021 τα ύδατα κολύμβησης «ανεπαρκούς ποιότητας» αποτελούσαν μόλις το 1,5% του συνόλου των περιοχών στην ΕΕ, ενώ το 2013 το ποσοστό αυτό ανερχόταν στο 2%. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η ανεπαρκής ποιότητα των υδάτων οφείλεται σε επεισόδια βραχυπρόθεσμης ρύπανσης.