Αν κοιτάξουμε πίσω στη δεκαετία του 1980, ίσως δεν υπάρχει Αθηναίος – και όχι μόνο αλλά και οι πολίτες που έρχονταν από την επαρχία για να ψωνίσουν – που να μην έχει αναμνήσεις από το Μινιόν της πλατείας Ομονοίας, τότε που ήταν αναβαθμισμένη, γεμάτη κόσμο και κατάφωτη.
Ποιος δεν θυμάται τις κυλιόμενες σκάλες μέσα στο πολυκατάστημα που σε οδηγούσαν από όροφο σε όροφο, μεγάλη καινοτομία για την εποχή, ποιος δε θυμάται την ποικιλία των προϊόντων ρούχα, παπούτσια, παιχνίδια. Και ποιός δεν έχει στα άλμπουμ της παιδικής του ηλικίας μια τουλάχιστον φωτογραφία με τον Άη Βασίλη και από κάτω το logo Μινιόν, επίσης μια καινοτομία που λάνσαρε το κατάστημα, εμπνευσμένη, από όσα γίνονταν εκείνη την εποχή στα μεγάλα εμπορικά κέντρα του εξωτερικού.
Τώρα το Μινιόν θα γίνει και πάλι ένα σύγχρονο, πολυώροφο πολυκατάστημα, το οποίο θα βάλει και αυτό το λιθαράκι του για να αναβαθμιστεί εκ νέου η Ομόνοια, να γίνει δηλαδή, σε ένα μεγάλο βαθμό, όπως τη δεκαετία του 1980.
Η μικρή ιστορία ενός μεγάλου πολυκαταστήματος
Δημιούργημα ενός φτωχού παιδιού από την επαρχία υπήρξε μια από τις πλέον πρωτοπόρες επιχειρήσεις. Καθιέρωσε τις εκπτώσεις, δημιούργησε τις λίστες γάμου και έδινε πριμ στους υπαλλήλους.
Ο Γιάννης Γεωργακάς γεννημένος το 1913 σε χωριό της Ολυμπίας, στα 13 του καταφθάνει μόνος στην Αθήνα για να αναζητήσει καλύτερη τύχη. Τα επόμενα χρόνια θα εργαστεί σε πάρα πολλές δουλειές.
Διψώντας, πάντως, για γνώση, γράφεται σε νυχτερινό σχολείο για εμποροϋπαλλήλους – στη διάρκεια της ζωής του θα αποκτήσει δύο πανεπιστημιακά διπλώματα, ένα στα 45 και το άλλο στα 83 του χρόνια. Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας αρχίζει να δουλεύει πλασιέ με το ποδήλατό του, προμηθεύοντας με μικροπράγματα τα περίπτερα.
Ο νεαρός θα γοητευτεί από ένα περίπτερο στα Χαυτεία, το Μινιόν (από το ομηρικό “μινύος” που σημαίνει πολύ μικρός), το οποίο διέφερε από τα υπόλοιπα, αφού διέθετε μια ευρεία γκάμα προϊόντων, όπως τσιγάρα, εφημερίδες, στυλό, γυαλιά, είδη καπνού και μια σειρά από χρηστικά μικροαντικείμενα. Κάπως έτσι ξεκινάει η επιχειρηματική δράση του Γεωργακά, ο οποίος πείθει τον ιδιοκτήτη του Μινιόν, Άγγελο Σεραφειμίδη, άρτι αφιχθέντα από την Αμερική, να συνεταιρισθούν.
Σύντομα θα ανοίξουν ένα ακόμη περίπτερο και λίγο αργότερα το πρώτο τους κατάστημα, στα Χαυτεία. Μετά τον πόλεμο, οι δύο συνεταίροι είναι πια έτοιμοι για το μεγάλο άλμα, ανοίγοντας το 1944 το Μινιόν, στην Πατησίων. Όμως ο Γεωργακάς θα μείνει μόνος, αφού ο Σεραφειμίδης αποχωρεί από την εταιρεία και αναχωρεί στην Αμερική. Αυτό, βέβαια, δεν θα πτοήσει τον φιλόδοξο επιχειρηματία, ο οποίος σύντομα θα ξεδιπλώσει το επιχειρηματικό του ταλέντο.
Το Μινιόν ήταν το πρώτο κατάστημα στην Ελλάδα που καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα αγοράσει ένα δεκαώροφο κτίριο, πάντα κοντά στην Ομόνοια, και λίγο μετά αγοράζει και το διπλανό του. Η δικτατορία βρίσκει το Μινιόν να είναι το μεγαλύτερο κατάστημα της Αθήνας και με σημαντική κερδοφορία. Όντας δημοκράτης, ο ιδρυτής του, τις ημέρες του Πολυτεχνείου, προσφέρει καταφύγιο σε δεκάδες φοιτητές που προσπαθούν να ξεφύγουν τη σύλληψη, δίνοντάς τους να φορέσουν ρούχα υπαλλήλων του καταστήματος. Τη δεκαετία του ’70, το Μινιόν έχει πια μετατραπεί σε ένα τεράστιο σύγχρονο πολυκατάστημα, το ενδέκατο μεγαλύτερο σε μέγεθος σε όλη την Ευρώπη, με ετήσιες πωλήσεις που προσεγγίζουν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές. Αναδεικνύεται σε σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας.