Ο 21χρονος Zarrius Hildabrand έχει πλέον συλληφθεί και κατηγορείται για φόνο α’ βαθμού και αλλοίωση αποδεικτικών στοιχείων σε σχέση με τον θάνατο της νεαρής Saria Hildabrand, η οποία υπηρετούσε στην Εθνοφρουρά της Αλάσκας.
Σύμφωνα με το New York Post, που επικαλείται στοιχεία από την αστυνομία του Άνκορατζ, ο νεαρός στρατιωτικός που άνηκε στην 2η Ταξιαρχία Πεζικού δήλωσε την εξαφάνιση της νεαρής συζύγου του το βράδυ της περασμένης Δευτέρας. Λίγες μέρες αργότερα, την Πέμπτη, η γυναίκα βρέθηκε νεκρή από πυροβολισμό στον αριστερό της κρόταφο μέσα σε φρεάτιο αποχέτευσης ομβρίων υδάτων κοντά στο διαμέρισμα του ζευγαριού, που είχε παντρευτεί τον Δεκέμβριο του 2022.
Το προηγούμενο βράδυ ο 21χρονος στρατιωτικός ζητούσε απεγνωσμένα από τους φίλους του στο Facebook να κάνουν share και repost το πόστερ με την δήθεν αγνοούμενη γυναίκα του, δημοσιεύοντας τα τελευταία στοιχεία για την «εξαφάνισή» της.
Ο Hildabrand ωστόσο δεν περιορίστηκε στο να παίζει «θέατρο» μόνο στα social media. H μητέρα του θύματος αποκάλυψε την Παρασκευή στο Anchorage Daily News ότι ο ασυνείδητος άνδρας περπατούσε μαζί της για ώρες αναζητώντας την κόρη της, παρόλο που ήξερε πολύ καλά ότι ήταν νεκρή.
«Μου έλεγε συνεχώς ψέματα και παρίστανε τον ανήσυχο σύζυγο» είπε χαρακτηριστικά η γυναίκα.
Πώς προσπάθησε να παραπλανήσει τις Αρχές
Όταν ο Hildabrand δήλωσε την εξαφάνιση της νεαρής γυναίκας του στην Αστυνομία, τους είπε ότι είχαν γυρίσει μαζί με την Saria σπίτι γύρω στις 2 τα ξημερώματα την Κυριακή, 6 Αυγούστου, έχοντας προηγουμένως γιορτάσει με φίλους τα γενέθλιά του.
Ένας γείτονας κατέθεσε αργότερα ότι άκουσε έναν πυροβολισμό στις 2.45 τα ξημερώματα.
Ο Hildabrand ισχυρίστηκε ότι η Saria έφυγε κάποια στιγμή το πρωί, μεταξύ 9.00 και 10.00 π.μ. για να πάει στη δεύτερή της δουλειά σε ένα τοπικό εστιατόριο. Είπε μάλιστα ότι η γυναίκα του αποφάσισε να πάει με τα πόδια και όχι με αμάξι, γιατί είχαν πιει και οι δύο αρκετά το περασμένο βράδυ και δεν αισθανόταν καλά για να οδηγήσει. Λόγω χανγκόβερ, όπως πρόσθεσε, η γυναίκα του είχε ξεχάσει το κινητό της σπίτι αλλά «είχε πάρει μαζί την τσάντα και το πορτοφόλι της».
Αργότερα γνωστοί του ζευγαριού είπαν στην αστυνομία ότι η κοπέλα είχε αναφέρει ότι δεν θα δούλευε στις 6 Αυγούστου.
Ο στρατιωτικός είπε αρχικά στις Αρχές ότι κάθισε σπίτι και ξεκουράστηκε για μερικές ώρες – αν και αργότερα άλλαξε την κατάθεσή του λέγοντας ότι «βγήκε για δουλειές». Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, συνειδητοποίησε ότι η Saria δεν είχε πάει τελικά στη δουλειά στις 7 το απόγευμα, όταν πήγε να την πάρει με το αμάξι από το εστιατόριο.
Κατά τη δήλωση της εξαφάνισής της, 36 ώρες αφότου εθεάθη για τελευταία φορά ζωντανή, ο στρατιωτικός είπε ότι «την είχε ψάξει σε όλα τα σπίτια φίλων και γνωστών, ότι είχε τηλεφωνήσει σε όλα τα νοσοκομεία της περιοχής, ακόμα και στις φυλακές».
Προσπαθώντας να καλύψει τα ίχνη του, ο άνδρας φέρεται να έστειλε ένα γραπτό μήνυμα από το κινητό της γυναίκας στους συναδέλφους της στο εστιατόριο, στις 10.45 το πρωί της 6ης Αυγούστου, στο οποίο έγραφε ότι «δεν θα μπορέσει να έρθει στη δουλειά». Ο ίδιος αρνείται ότι έστειλε αυτό το μήνυμα.
Όταν αστυνομικοί επισκέφθηκαν το σπίτι του ζευγαριού την περασμένη Τρίτη, πρόσεξαν δύο πιστόλια πάνω στο τραπέζι της κουζίνας. Το ένα ήταν πλήρως γεμισμένο, ενώ από το άλλο έλειπε μόνο μία σφαίρα.
Ένας από τους αστυνομικούς πρόσεξε ότι το μοναδικό κρεβάτι στο διαμέρισμα ήταν καλυμμένο με ένα ανώστρωμα αλλά δεν είχε σεντόνι. Αφού ζήτησε να ρίξει μια ματιά, ο 21χρονος αρνήθηκε λέγοντας ότι το ζευγάρι φυλούσε κάτων από το κρεβάτι αντικείμενα προσωπικής φύσης, όπως βοηθήματα για το σεξ.
Όταν τελικά οι Αρχές έψαξαν με ένταλμα το διαμέρισμα, μετά τη σύλληψη του άνδρα, διαπίστωσαν ότι το στρώμα ήταν μούσκεμα στο αίμα. Ίχνη αίματος βρέθηκαν και στην μπανιέρα και σε μερικά από τα πατώματα, όπως δήλωσαν οι Αρχές.