Το αγαπημένο σε όλους μας σουβλάκι, ένα έδεσμα που μέχρι τώρα θεωρείτο φθηνό για τους περισσότερους, έχει πάρει την ανιούσα καθιστώντας το είδος πολυτελείας.
Η ακρίβεια στο πέρασμα της φαίνεται ότι «σαρώνει» ακόμα και το πιο αγαπημένο φαγητό των Ελλήνων, τo «σουβλάκι». Δεν είναι λίγα τα ψητοπωλεία που αναγκάζονται να βάλουν «λουκέτα» στα καταστήματα τους ή να προχωρήσουν σε απολύσεις προσωπικού.
Το ένα μετά το άλλο πολλά σουβλατζίδικα σε παραδοσιακές γειτονιές της Αθήνας αναγκάζονται να βάλουν λουκέτο.
«Κάθε μέρα συνάδελφοι κλείνουν, το πρόβλημα είναι σοβαρό. Κινδυνεύουμε να κλείσουμε και εμείς, δεν ξέρω αν θα αντέξουμε, διώχνουμε προσωπικό και μένουν άνθρωποι που τους είχα 20 χρόνια χωρίς δουλειά. Προσπαθούμε να κρατήσουμε τις τιμές αλλά είναι αδύνατον διότι βλέπεται κάθε μέρα τι γίνεται», ανέφεραν επιχειρηματίες στην τηλεόραση του Mega.
Ένα έδεσμα που μέχρι πριν από λίγο διάστημα θεωρείται φθηνό για τους περισσότερους πολίτες, τώρα η τιμή του έχει πάρει την ανιούσα. Είναι ενδεικτικό το γεγονός πως για μια τετραμελή οικογένεια, η αγαπημένη συνήθεια του Σαββατοκύριακου -και όχι μόνο- είναι πλέον απαγορευτική μιας και χρειάζονται τουλάχιστον 25 ευρώ μόνο για τυλιχτά και αναψυκτικά.
Σύμφωνα με την τηλεόραση του Mega, το πιο ακριβό τυλιχτό σουβλάκι το βρίσκουμε στην Κρήτη όπου η μέση τιμή του έχει σκαρφαλώσει στα 4,30 ευρώ. Ακολουθεί η Θεσσαλονίκη με 3,54 ενώ στην Αθήνα το σουβλάκι κυμαίνεται στα 3,30 ευρώ.
Οι αυξήσεις στις πρώτες ύλες όπως το ηλιέλαιο και τις πατάτες, έχουν οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη αύξηση στις τιμές των προϊόντων καθιστώντας αγαπημένες συνήθειες των Ελλήνων απαγορευτικές. Οι επαγγελματίες φοβούνται ότι οι αυξήσεις στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες θα συνεχιστούν και αναγκαστικά θα πρέπει να συνεχίσουν να κρατούν ψηλά τις τιμές.
Χριστουγεννιάτικο τραπέζι: Ακριβότερο 10% σε σχέση με πέρυσι
Την ίδια ώρα οι αυξήσεις σε πρώτες ύλες, ενέργεια, καύσιμα και κόστος μεταφοράς κάνουν παραγωγούς και τους λιανοπωλητές να μιλούν για αυξημένες τιμές σε σχέση με πέρυσι όλων των ειδών που συνθέτουν το εορταστικό τραπέζι, όπως κρέατα, αρτοσκευάσματα, τυροκομικά προϊόντα, ποτά και αναψυκτικά με τη συνολική αύξηση να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 10%.
Αν και ακόμα είναι νωρίς για εκτιμήσεις αναφορικά με το πού θα φτάσει η τιμή της γαλοπούλας, οι κρεοπώλες μιλούν για αύξηση σε σχέση με πέρυσι, ενώ στα υπόλοιπα κρέατα ήδη οι χονδρεμπορικές τιμές είναι αισθητά υψηλότερες χωρίς ενδείξεις για αποκλιμάκωσή τους το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με κρεοπώλες, από πέρυσι οι τιμές έχουν αυξηθεί σημαντικά και μεσοσταθμικά η αύξηση ξεπερνά το 17%. Μεγαλύτερες είναι οι αυξήσεις στο χοιρινό, το μοσχάρι και τα πουλερικά. Με τις σημερινές τιμές λένε ότι στο γουρουνόπουλο γάλακτος η μέση τιμή θα ξεπεράσει τα 9,5 ευρώ το κιλό στη λιανική όταν πέρυσι η τιμή του δεν ξεπερνούσε τα 8,50 ευρώ το κιλό. Ανάλογες είναι οι αυξήσεις και στα άλλα είδη όπως το χοιρινό και το κοτόπουλο, του οποίου για παράδειγμα τον περασμένο χρόνο η τιμή ήταν από 3,6 έως και 3,70 ευρώ το κιλό και έχει φτάσει να πωλείται έως 4,5 ευρώ το κιλό.
Αυξημένες είναι και οι τιμές στα κηπευτικά με τη χονδρική τιμή στις πατάτες να έχει διαμορφωθεί στα 0,65 ευρώ το κιλό όταν πέρυσι ήταν στα 0,45 ευρώ το κιλό, τα μαρούλια στα 0,30 ευρώ το τεμάχιο από 0,25 πέρυσι.
Στα ύψη βρίσκονται οι τιμές και των τυροκομικών εμφανίζοντας μεσοσταθμική αύξηση κατά 24%, κάτι που καταγράφει η Ελληνική Στατιστική Αρχή σε σχέση με πέρυσι. Στα αρτοποιεία και τα ζαχαροπλαστεία οι αυξήσεις στις πρώτες ύλες οδηγούν σε υψηλότερες τιμές στα παραδοσιακά γλυκά των γιορτών, δηλαδή σε κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Οπως λένε οι επαγγελματίες του κλάδου εκτός από το ενεργειακό κόστος οι τιμές στο αλεύρι είναι σχεδόν διπλάσιες, όπως και στα σπορέλαια, ενώ η ζάχαρη πέρυσι αγοραζόταν έως 0,40 λεπτά το κιλό και σήμερα πάνω από 1,5 ευρώ.
Αν αναλογιστεί κανείς, σύμφωνα με στοιχεία των φορέων της αγοράς, ότι το περσινό κόστος για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι (6-8 ατόμων) κυμάνθηκε μεταξύ 82,56 και 113,90 ευρώ, φέτος με μια συντηρητική προσέγγιση και δεδομένων των τιμών που σήμερα ισχύουν αναμένεται ότι θα είναι τουλάχιστον κατά 10% ακριβότερο, δηλαδή θα κοστίσει μεταξύ 91 και 125,29 ευρώ.